Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Η γλώσσα των νέων και τα χαρακτηριστικά της

Η γλώσσα των νέων και τα χαρακτηριστικά της

Η γλώσσα των νέων και τα χαρακτηριστικά της

»»»  του Γιάννη Ανδρουτσόπουλου 
1. ορισμός 

Ο όρος γλώσσα των νέων δηλώνει το σύνολο των γλωσσικών φαινομένων που χαρακτηρίζουν την επικοινωνία των νέων μεταξύ τους. Παρά τον χαρακτηρισμό "γλώσσα", η γλώσσα των νέων δεν είναι ένα αυτοτελές γλωσσικό σύστημα, αλλά μια "κοινωνιόλεκτος" [sociolect], δηλαδή ένας τρόπος ομιλίας με λεξιλογικά, πραγματολογικά και δομικά χαρακτηριστικά που χρησιμοποιείται υπό ορισμένες συνθήκες επικοινωνίας και είναι μέρος της γλωσσικής συνείδησης μιας κοινότητας. Η κοινωνική βάση της γλώσσας των νέων είναι η "παρέα", το δίκτυο των συνομηλίκων. Κατά συνέπεια δεν υπάρχει μια ενιαία γλώσσα των νέων, αλλά ένα σύνολο από επιμέρους τρόπους ομιλίας με κοινές τάσεις διαμόρφωσης και κοινά γλωσσικά στοιχεία. Καθώς η ελληνική έρευνα είναι ακόμη περιορισμένη, τα στοιχεία που ακολουθούν συνδυάζουν ευρήματα από διάφορες γλώσσες.


2. χαρακτηριστικά της γλώσσας των νέων

2.1\ Το νεανικό λεξιλόγιο περιλαμβάνει τόσο εκφράσεις χωρίς αντίστοιχο στην κοινή γλώσσα (π.χ. για τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα μιας νεανικής κουλτούρας) όσο και εκφράσεις που δηλώνουν μια ιδιαίτερη στάση (οικειότητα, αξιολόγηση, ειρωνεία) απέναντι σε ένα γνωστό αντικείμενο αναφοράς (π.χ. ο χαρακτηρισμός η ώρα του παιδιού για το μάθημα των αγγλικών). Ιδιαίτερα παραγωγικά σημασιολογικά πεδία είναι οι κοινωνικές κατηγορίες (π.χ. φλώρος, τύπισσα), οι βιωματικές και κοινωνικές εμπειρίες (π.χ. ξεσαλώνω 'διασκεδάζω'), οι ψυχολογικές καταστάσεις (π.χ. τα πήρα στο κρανίο 'εκνευρίστηκα'), οι αξιολογικές (π.χ. αστέρι, σούπερ, τζάμι, χάσιμο 'πολύ καλό') και επιτατικές εκφράσεις (ψιλο-, χοντρο-, καρα-, με τρέλα). Ειδικά για την έκφραση αξιολόγησης και επίτασης έχουν διαπιστωθεί ιδιαίτερα συντακτικά σχήματα,στα ελληνικά π.χ. "και γαμώ + Ονοματική Φράση" (και γαμώ τις φάσεις 'πολύ καλή φάση'). Η νεανική επικοινωνία χρησιμοποιεί πολυάριθμες στερεότυπες εκφράσεις για την οργάνωση του διαλόγου, όπως χαιρετισμούς (έλα ρε, τσα γεια), προσφωνήσεις (ρε μεγάλε), φιλικές υβριστικές προσφωνήσεις (ρε μαλάκα), εκφράσεις συμφωνίας (Μέσα είσαι!), άρνησης (Ούτε με σφαίρες!), επιδοκιμασίας (Φοβερό! 'Εγραψε!), έναρξης μιας αφήγησης (π.χ. 'Ακου φάση!).

Η δημιουργία και ανανέωση του νεανικού λεξιλογίου γίνεται με τέσσερις βασικούς τρόπους: α) αλλαγή σημασίας (π.χ. κόκκαλο 'μεθυσμένος')· β) δανεισμός, κατά κύριο λόγο από τα αγγλικά (π.χ. χάι 'κεφάτος, φτιαγμένος')· γ) επιλογές προτύπων σχηματισμού λέξεων, π.χ. το επίθημα -άς για κατηγορίες της νεανικής κουλτούρας με αγγλική βάση (γκραφιτάς, σκινάς, μεταλλάς, τσοπεράς κ.ά.) και δ) τροποποίηση λέξεων χωρίς αλλαγή της βασικής τους σημασίας, είτε με επιθήματα (τσιγάρο > τσιγαριά) είτε με σύντμηση (ματσωμένος > ματσό) είτε με μετάθεση φθόγγων ή συλλαβών, τα λεγόμενα ποδανά ('ανάποδα', π.χ. μεναγκό 'γκόμενα').

2.2\ Η έρευνα της νεανικής συνομιλίας ασχολείται με φαινόμενα της επικοινωνίας όπως π.χ. η γλωσσική επιθετικότητα, ο διάλογος νέων-ενηλίκων και η αλλαγή γλωσσικού κώδικα. Μελέτες σε διάφορες χώρες δείχνουν ότι οι νέοι χρησιμοποιούν στη διαλογική τους επικοινωνία το σύνολο των γλωσσικών πηγών της κοινότητας όπου ζουν. Εδώ συγκαταλέγονται καταρχήν οι γλώσσες και οι γλωσσικές ποικιλίες του κοινωνικού περίγυρου, όπως η τοπική διάλεκτος (έστω και αν οι νέοι δεν τη μιλούν συστηματικά) ή η γλώσσα μιας εθνικής μειονότητας. Ακόμη, στοιχεία από τα μέσα ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, π.χ. σλόγκαν από διαφημίσεις, ατάκες από ταινίες και τραγούδια κ.ά. Στοιχεία από τις παραπάνω πηγές συνταιριάζονται δημιουργικά στον νεανικό διάλογο, συγκροτώντας ένα "μωσαϊκό" που μεταβάλλεται ανάλογα με τις επικοινωνιακές ανάγκες της στιγμής. Ο τρόπος που γίνεται αυτό, δηλαδή ποια στοιχεία επιλέγουν οι νέοι και πώς τα χρησιμοποιούν στην επικοινωνία τους, αντανακλά τις πολιτισμικές επιρροές και την κοινωνική τοποθέτηση της κάθε νεανικής παρέας.

2.3\ Συστηματικές διαφορές μεταξύ νέων και ενήλικων ομιλητών μιας κοινότητας έχουν μελετηθεί με τις στατιστικές μεθόδους της κοινωνιογλωσσολογίας. Εξετάζεται η αναλογία πρότυπης και μη πρότυπης γλώσσας (διαλέκτου, λαϊκής γλώσσας) κυρίως στη φωνολογία και σε μικρότερο βαθμό στη μορφολογία, τη σύνταξη και τους συνομιλιακούς δείκτες. 'Εχει διαπιστωθεί ότι οι νέοι ομιλητές χρησιμοποιούν στοιχεία μη πρότυπης γλώσσας συχνότερα από ό,τι ενήλικοι ομιλητές. Η διαφορά αυτή ερμηνεύεται είτε ως ένδειξη γλωσσικής αλλαγής, όταν καινοτομικά φαινόμενα εμφανίζονται συχνότερα στην ομιλία των νέων, είτε ως φαινόμενο "ηλικιακής διαβάθμισης", όταν στιγματισμένα φαινόμενα είναι συχνότερα στη νεότητα απ' ό,τι στην ενήλικη ζωή.
 
3. κοινωνικά χαρακτηριστικά

Προϋποθέσεις για να αναπτυχθεί μια νεανική γλώσσα είναι α) η κοινωνικά θεσμοποιημένη κατηγορία της νεότητας και β) κάποια μορφή νεανικής κουλτούρας και "αυτόνομης" νεανικής επικοινωνίας. Οι περισσότερες έρευνες περιορίζουν την κατηγορία της νεότητας στην εφηβική ηλικία (12-18 ετών), άλλες συμπεριλαμβάνουν και τη μετεφηβική ηλικία (έως 25 ή 30 ετών). Ιστορικά, μορφές νεανικής γλώσσας υπήρχαν ήδη σε προηγούμενους αιώνες. Ωστόσο η γλώσσα των νέων έγινε μαζικό φαινόμενο από τα μεταπολεμικά χρόνια και ιδιαίτερα κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Αυτό ανάγεται στην αυξανόμενη οικονομική και πολιτισμική ανεξαρτησία των νέων στις σύγχρονες κοινωνίες, αλλά και στην κοινή επιρροή από νεανικές κουλτούρες αγγλοαμερικανικής προέλευσης.

Γιατί οι νέοι αναπτύσσουν δικούς τους τρόπους έκφρασης; Οι εξηγήσεις της βιβλιογραφίας συνδυάζουν τρεις παράγοντες. Κοινωνιολογικά, κάθε ηλικία έχει ιδιαίτερα γλωσσικά χαρακτηριστικά που συναρτώνται με τυπικές συνθήκες επικοινωνίας. Τα κοινωνικά δίκτυα των νέων είναι στενότερα από αυτά των ενηλίκων, γεγονός που εντείνει την πίεση γλωσσικής συμμόρφωσης με την παρέα. Ακόμη, οι συμβάσεις γλωσσικής ευγένειας και απόστασης που απαιτούνται στην ενήλικη ζωή δεν έχουν αναπτυχθεί ακόμη πλήρως κατά την εφηβεία. 'Ετσι εξηγείται το ότι η συχνότητα μη πρότυπης γλώσσας είναι μεγαλύτερη στη νεότητα από ό,τι στην ενήλικη ζωή. Ψυχολογικά, κατά τη νεανική ηλικία διαμορφώνεται η προσωπική και κοινωνική ταυτότητα. Η απόρριψη κατεστημένων τρόπων συμπεριφοράς και ο πειραματισμός με εναλλακτικά μοντέλα, τάσεις που γενικότερα χαρακτηρίζουν την εφηβεία, εκφράζονται και γλωσσικά. Με την ιδιαίτερη γλώσσα τους, οι νέοι συμβολίζουν ότι ανήκουν σε μια ηλικία με δικά της ενδιαφέροντα και αξίες, που διαφέρει τόσο από τα παιδικά όσο και από τα ενήλικα χρόνια. Επικοινωνιακά, λειτουργίες της γλώσσας όπως η εκφραστικότητα, η πρωτοτυπία και το γλωσσικό παιχνίδι ίσως είναι ισχυρότερες στη νεανική ηλικία απ' ό,τι στη μετέπειτα ζωή.

Διαφορές της νεανικής γλώσσας σε σχέση με τον τόπο διαβίωσης, την κοινωνική προέλευση και το φύλο των νέων έχουν μελετηθεί για τις αναλογίες πρότυπης και μη πρότυπης γλώσσας (βλ. παραπάνω 2.3). Σε ό,τι αφορά το νεανικό λεξιλόγιο, η μέχρι τώρα έρευνα δεν επιτρέπει γενικεύσεις. Φαίνεται πάντως ότι η χρήση υβριστικού λεξιλογίου και υβριστικών προσφωνήσεων είναι συχνότερη ανάμεσα σε αγόρια. Σαφέστερη είναι η σχέση της γλωσσικής έκφρασης με τη συμμετοχή σε μια νεανική κουλτούρα. Οι νεανικές "σκηνές" που συγκροτούνται γύρω από μουσικά είδη (π.χ. punk, metal, hip-hop) χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερα λεξιλόγια και τρόπους συνομιλίας που διαμορφώνονται υπό την επιρροή αγγλόφωνων νεανικών μέσων. Σε ό,τι αφορά τις περιστάσεις επικοινωνίας, τα διάφορα στοιχεία της νεανικής γλώσσας χρησιμοποιούνται συστηματικά μόνο στo πλαίσιo της ομάδας συνομηλίκων, τόσο ιδιωτικά όσο και στα διάφορα νεανικά στέκια. Τούτο σημαίνει ότι η γλωσσική συμπεριφορά των νέων είναι διαφορετική π.χ. στην αυλή του σχολείου από ό,τι μέσα στην τάξη. Στοιχεία νεανικής γλώσσας εμφανίζονται επίσης στα διάφορα νεανικά μέσα ενημέρωσης και ψυχαγωγίας (νεανικά περιοδικά, νεανικό ραδιόφωνο, στίχοι τραγουδιών κ.λπ.).
 
4. γλωσσική αλλαγή 

Η εξέλιξη της νεανικής γλώσσας δείχνει αντίρροπες τάσεις. Μια τάση προς ανομοιογένεια οφείλεται στα επικοινωνιακά κίνητρα του γλωσσικού πειραματισμού και της εκφραστικής πρωτοτυπίας (βλ. παραπάνω 3). Οι παραγωγικές κατηγορίες του λεξιλογίου και οι στερεότυπες εκφράσεις (βλ. παραπάνω 2.1) ανανεώνονται με ταχείς ρυθμούς σε κάθε νεανική παρέα ξεχωριστά. Μια αντίρροπη τάση προς ομοιογένεια δημιουργούν τα πολιτισμικά και γλωσσικά πρότυπα που διαδίδονται από νεανικά μέσα ενημέρωσης και ψυχαγωγίας. 'Ετσι π.χ. η πολιτισμική ταυτότητα των νεανικών μουσικών "σκηνών" συμβολίζεται γλωσσικά με τον αγγλόφωνο-διεθνή τους προσανατολισμό. Ταυτόχρονα, στοιχεία της νεανικής γλώσσας περνούν στην κοινή γλώσσα ως σύμβολα νεανικότητας. Οι νέοι διατηρούν ορισμένες εκφράσεις τους στην ενήλικη ζωή, οι γονείς χρησιμοποιούν ένα μέρος από το επίκαιρο λεξιλόγιο των παιδιών τους, ενώ τα ΜΜΕ προβάλλουν δείγματα νεανικής γλώσσας, π.χ. στη διαφήμιση. Ωστόσο, η διάδοση του νεανικού λεξιλογίου δεν έχει εξηγηθεί ακόμη ικανοποιητικά.
 
5. γλωσσικές στάσεις

Η γλώσσα των νέων αποτελεί αντικείμενο συζήτησης και αξιολόγησης τόσο στην προφορική επικοινωνία όσο και στα μέσα ενημέρωσης. Νέοι και ενήλικοι ομιλητές αξιολογούν τη γλώσσα των νέων με διαφορετικό τρόπο. Η στάση των ενηλίκων είναι συχνά επικριτική και διορθωτική. Γονείς και δάσκαλοι αντιδρούν ιδιαίτερα αρνητικά απέναντι στο υβριστικό και βωμολοχικό λεξιλόγιο, χωρίς ίσως να αντιλαμβάνονται ότι το λεξιλόγιο αυτό έχει συγκεκριμένες (διαπροσωπικές, αξιολογικές) λειτουργίες και ότι η συχνότητά του μειώνεται με την είσοδο στην ενήλικη ζωή. Οι νέοι προσάπτουν στη γλώσσα τους αξίες θετικές όπως π.χ. ευθύτητα, αλληλεγγύη, ταύτιση με μια νεανική κουλτούρα. Στα μέσα ενημέρωσης, η στάση απέναντι στη νεανική γλώσσα κυμαίνεται ανάμεσα στην αποδοχή ("γλωσσική δημιουργικότητα") και τον στιγματισμό ("γλωσσική πενία"). Στην Ελλάδα, ο ημερήσιος και περιοδικός τύπος προβάλλει κατά κανόνα μια στρεβλωμένη εικόνα του νεανικού λεξιλογίου, παρουσιάζει τη γλώσσα των νέων ως κάτι "ακατανόητο" και την αξιολογεί με στερεότυπα (π.χ. συρρίκνωση του νεανικού λεξιλογίου σε "150 λέξεις") που δεν έχουν επιστημονική βάση. 'Ενα τέτοιο στερεότυπο είναι η μη αναγνώριση του γεγονότος ότι οι κοινωνικές ομάδες αναπτύσσουν ένα ιδιαίτερο είδος λόγου που εξυπηρετεί την εσωτερική επικοινωνία της ομάδας, αλλά ταυτόχρονα ορίζει και την ταυτότητά της.
 
6. διδακτικές εφαρμογές
Στη βιβλιογραφία έχουν προταθεί διδακτικές ενότητες με αντικείμενο τη γλώσσα των νέων στο μάθημα της γλώσσας σε επίπεδο λυκείου. Ο στόχος της διδακτικής εφαρμογής είναι διπλός: Οι μαθητές βλέπουν τα χαρακτηριστικά, τις λειτουργίες και τις συνθήκες χρήσης του λεξιλογίου τους από μια άλλη οπτική γωνία. Ταυτόχρονα, η γλώσσα των νέων χρησιμεύει ως αφορμή για να συζητηθούν στην τάξη θέματα όπως η γλωσσική ποικιλότητα (κοινωνικές διαφορές στη χρήση της γλώσσας), η γλωσσική νόρμα (τι θεωρείται "σωστό" και "κατάλληλο" σε διάφορες περιστάσεις), η γλωσσική εξέλιξη και αλλαγή. 'Οσο για το υλικό, ο δάσκαλος ζητά από τους μαθητές είτε να γράψουν ένα διάλογο ανάμεσα σε νέους είτε να συλλέξουν νεανικές λέξεις και εκφράσεις προφορικά (με ένα απλό ερωτηματολόγιο) ή από γραπτές πηγές. Οι ίδιοι οι μαθητές παρουσιάζουν στην τάξη π.χ. τη σημασία ή ετυμολογία των λέξεων ή μια σύγκριση του υλικού με λεξικά της κοινής γλώσσας, ενώ ο δάσκαλος καθοδηγεί τη συζήτηση στα παραπάνω γενικότερα θέματα. Με παρόμοιο τρόπο, η γλώσσα των νέων μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη διδασκαλία της ξένης γλώσσας (σε προχωρημένο επίπεδο), όπου η περιέργεια των νεαρών μαθητών για την έκφραση των συνομηλίκων τους στην υπό εκμάθηση γλώσσα είναι μεγάλη. 


*o Γιάννης Ανδρουτσόπουλος είναι διδάκτωρ γλωσσολογίας. Mεταδιδακτορικός υπότροφος της Γερμανικής Εταιρίας Ερευνών με ερευνητικό αντικείμενο τη γλώσσα των μέσων ενημέρωσης στη νεανική κουλτούρα.
Πηγή: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας

Λεξιπενία

Λεξιπενία

Λεξιπενία. Πάλι
του Eυθ. Φοιβου Παναγιωτιδη*
http://news.kathimerini.gr / 05/07/09

Στην καταχώριση αρ. 9 των Collectanea του, ο Z. Λορεντζάτος διατυπώνει με λακωνική σοφία την πλάνη της εξίσωσης «γλώσσα = λέξεις». Ωστόσο, για τους περισσότερους από εμάς, η εξίσωση είναι δυστυχώς αυτονόητη. Eτσι, όταν πρόσφατα ξανάνοιξε η συζήτηση για το γλωσσικό μάθημα σε φιλικό σπίτι, μοιραία κατέληξε στη λεξιπενία: οι φίλοι μου θεωρούσαν ότι πρέπει να αποτελεί σημαντικό γλωσσικό πρόβλημα, άλλωστε αποτέλεσε έναν από τους παράγοντες που παρακίνησαν το υπουργείο Παιδείας να ενισχύσει το μάθημα των Αρχαίων στο Γυμνάσιο το 2004. Κανείς τους, πάντως, δεν μπορούσε να ορίσει τη λεξιπενία. Πολλοί ταυτίζουν τη λεξιπενία με τη (νεανική) αργκό, η οποία όμως διακρίνεται από πάμπολλα χαρακτηριστικά της δημιουργικής φύσης του γλωσσικού φαινομένου: μια επίσκεψη στον ιστότοπο http: //www. slang. gr με τον θεαματικό λεξιλογικό πλούτο που ανθολογεί θα πείσει τους περισσότερους. Αυτά είναι όμως γνωστά ήδη από το κεφάλαιο του Γ. Βελούδη στο βιβλίο «Δέκα μύθοι για την ελληνική γλώσσα».

Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι λεξιπενία ενσκήπτει όταν χρησιμοποιούμε μόνο μια χούφτα λέξεις καθημερινά. Πράγματι, θρυλείται (χωρίς τεκμηρίωση) ότι χρησιμοποιούμε 300 ή 500 ή 900 στην καθημερινή επικοινωνία. Βεβαίως, ο αριθμός λέξεων σε χρήση εξαρτάται πρωτίστως από το τι έχουμε να συζητήσουμε και σε πόσα συμφραζόμενα, από το πόσο μιλάμε και για πόσο ποικίλα θέματα. Αν η καθημερινή επικοινωνία μας εξαντλείται σε ένα μίνιμουμ στιχομυθιών, το λεξιλόγιο σε χρήση θα είναι μικρό. Αν όμως υπάρξει ανάγκη να επιχειρηματολογήσουμε, έστω και για απλά θέματα, όπως μια οικονομική διαφορά ή ένας ερωτικός καβγάς, το λεξιλόγιο σε χρήση θα είναι βεβαίως εκτενέστερο. Αρα ούτε εδώ μπορούμε να μιλάμε για λεξιπενία.

Συνεχίζουμε λοιπόν: ας εικάσουμε ότι έχουμε λεξιπενία όταν δεν χρησιμοποιούμε τις λέξεις ορθά. Πιο συγκεκριμένα, σε πρόσφατη εκπαιδευτική έρευνα της Α. Βερέβη διαβάζουμε και για λάθη όπως «άνθρωποι που αντικρούουν τη μόδα», αντί του δόκιμου «απορρίπτουν» ή τη χρήση του «κακαίσθητος» αντί για «ακαλαίσθητος». Διαπιστώνουμε κατ' αρχήν ότι η γλωσσική ικανότητα των μαθητών που κάνουν τέτοια λάθη είναι φυσιολογικότατη: επέκτειναν τη σημασία του «αντικρούω», ενώ σχημάτισαν το αδόκιμο αλλά γραμματικό «κακαίσθητος» για να αποδώσουν μία έννοια για την οποία δεν έβρισκαν κατάλληλη λέξη. Σίγουρα όμως ένας παιδαγωγός διακρίνει ταυτόχρονα την αποτυχία του γλωσσικού μαθήματος να διδάξει λεξιλόγιο: άλλωστε, στέλνουμε τα παιδιά σχολείο ακριβώς και για να μην αρκούνται στο στοκ των 40.000 λέξεων των αναλφάβητων.

Αυτό που αποτελεί γενική ομολογία των εκπαιδευτικών (τεκμηριωμένη από την έρευνα) είναι, πάντως, ότι οι μαθητές τους δυσκολεύονται πολύ να συνθέσουν μία παράγραφο με λογικό ειρμό και συνοχή. Αποτελεί, επίσης, κοινό μυστικό ότι αδυνατούν να αντεπεξέλθουν σε προφορικά και γραπτά γλωσσικά τεστ και ότι αγνοούν τη διαφορά μεταξύ κειμενικών ειδών: ό, τι και να γράψουν (είτε πρόκειται για έκθεση ιδεών είτε για επιστολή διαμαρτυρίας είτε για αίτηση) διέπεται από συνειρμική δομή και κοσμείται με ξύλινη γλώσσα ή ψευδοποιητισμό.

Προκύπτει τελικά ότι το πρόβλημα δεν είναι κάποια εκδοχή της λεξιπενίας παρά ο ελλιπής γραμματισμός, δηλαδή η ελαττωματική χρήση δόκιμου γραπτού λόγου για την παραγωγή κειμένων επικοινωνιακά κατάλληλων για την περίσταση. Προφανώς τα Νέα Ελληνικά δεν διδάσκονται αρκετά ή σωστά στο σχολείο. Ή και τα δύο.

* Ο κ. Ευθ. Φοίβος Παναγιωτίδης είναι επ. καθηγητής Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου

«Γλώσσα - νέοι - ξενομανία»

«Γλώσσα - νέοι - ξενομανία»



«Γλώσσα - νέοι - ξενομανία»
Α΄  Το επίπεδο της γλωσσικής έκφρασης των νέων, συναρτάται, αφενός μεν προς τα γενικότερα ενδιαφέροντα τους, αφετέρου δε προς την ίδια την αντίληψη και γνώση που έχουν της γλώσσας μας. Χωρίς να γενικεύουμε, όπως λαθε­μένα νομίζω συμβαίνει συχνά, η έλλειψη ευαισθησίας, γνώσης, αγάπης, άρα και ενδιαφέροντος για τη γλώσσα, που παρατηρείται σε πολλούς νέους μας -όχι σε όλους, το επαναλαμβάνω-, είναι φυσικό να παράγει και χαμηλής ποιότητας γλώσσα. Θέλω να τονίσω ωστόσο δύο πλευρές αυτού του θέματος: Πρώτον, δεν πρέπει να γίνεται σύγχυση ανάμεσα στη γενικότερη χρήση της γλώσσας από τους νέους και στον κώδικα που χρησιμοποιούν πολλοί από τους νέους σε ορισμένες μορφές της επικοινωνίας τους. Η «φοιτητική αργκό» λ.χ. ή η «αργκό των μηχανόβιων» είναι ειδικοί κώδικες επικοινωνίας που δεν μπορούμε να τις εκλαμβάνουμε ως μέτρο κρίσεως της γλωσσικής ικανότητας των νέων, αφού οι ίδιοι σε άλλες μορφές επικοινωνίας τους εμφανίζουν άλλη μορφή γλώσσας, πο­λύ διαφορετική και πολύ καλύτερη. Το πρόβλημα με τη γλώσσα των νέων είναι άλλο: Πόσο καλά, σε έκταση και σε βάθος, διδάσκονται την ελληνική γλώσσα στο σχολείο; Πόσο έχουν ασκηθεί στη χρήση της (στη σύνταξη διαφόρων τύπων κειμένων); Και συγχρόνως ποια είναι τα ακούσματα και τα διαβάσματα τους στη γλώσσα; Γιατί, βεβαίως, η γνώση και η χρήση της γλώσσας είναι απόρροια της γλωσσικής εμπειρίας μας (διαβάσματα - ακούσματα) και του βαθμού συ­νειδητοποίησης των μηχανισμών λειτουργίας της (διδασκαλία της γλώσσας στο σχολείο).
Β΄ Η βαθύτερη και δημιουργική χρήση της γλώσσας κατευθύνεται και στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό πάνω σ' αυτά που ονομάζουμε πρότυπα γλώσσας, και φυσικά τα γλωσσικά πρότυπα κάθε εθνικής γλώσσας είναι τα κείμενα των με­γάλων λογοτεχνών της και, για γλώσσες όπως η δικιά μας με διάρκεια και συ­νέχεια, πρότυπα γλώσσας είναι επίσης και τα μεγάλα παλιότερα κείμενα μας. Η γλωσσική συγκρότηση του Έλληνα, το πιστεύω ακράδαντα, θα είναι λειψή και ρηχή αν παράλληλα προς τα μεγάλα νεότερα κείμενα, το Σολωμό και τον Παλαμά, τον Κάλβο και τον Καβάφη, τον Καζαντζάκη και τον Μυριβήλη, το Σεφέρη και τον Ελύτη, και τόσους άλλους, δεν διαβάσει Ροΐδη και Παπαδιαμά­ντη, αλλά και Ερωτόκριτο και δημοτική ποίηση και Ρωμανό το Μελωδό και Καινή Διαθήκη και Λουκιανό και Ξενοφώντα και Πλάτωνα και Σοφοκλή και Θουκυδίδη και Όμηρο - για να μείνω σε μερικά μόνο από τα μεγάλα μας κείμενα. Κι αυτό γιατί κανένας σοβαρός μελετητής της γλώσσας μας λαμβάνο­ντας υπόψη τις περιπέτειες της ελληνικής γλώσσας και τα αλλεπάλληλα επιστροφικά της κινήματα (αττικισμό. αρχαϊσμό, καθαρεύουσα), δεν μπορεί πει­στικά και ρεαλιστικά να ισχυριστεί ότι η δημιουργική χρήση και κατανόηση της ελληνικής γλώσσας μπορεί να στηριχθεί μόνο σε μια επιφανειακή πρόσ­κτηση της σύγχρονης εξελικτικής φάσης της γλώσσας μας. Ο σοφός του νεότε­ρου Ελληνισμού, ο Αδαμάντιος Κοραής, ο θερμότερος υποστηρικτής της «κοι­νής» μας γλώσσας, προειδοποίησε από νωρίς ότι: «χωρίς την ακριβεστάτην είδησιν της αρχαίας ελληνικής, όστις καταγίνεται εις το να διόρθωση την κοινήν ή να δώση εις αυτήν κανόνας ή να κρίνη καθ΄ οιονδήποτε άλλον τρόπον, περι­πατεί εις την σκοτίαν και δεν ηξεύρει μήτε που υπάγει μήτε τι κάμνει».
Γ΄.  Αλλά και για το μεγάλο θέμα της εισβολής των ξένων λέξεων στη γλώσσα μας Οα πω μόνο το εξής: οι ξένες λέξεις μπορούν μόνο να βλάψουν τη γλώσσα μας όσο χρησιμοποιούνται άκριτα, αχρείαστα και σε υπερβολικές δόσεις. Γλώσ­σες μικρές (σε χρήση), όπως η ελληνική, πρέπει να φυλάγονται από την αθρόα και αλόγιστη χρήση ξένων λέξεων, στην οποία συνήθως οδηγούν το κοινωνικό και πολιτιστικό γόητρο και η εμπορική εκμετάλλευση μιας δεσπόζουσας ξένης γλώσσας. Δεν είναι η ίδια η χρήση της ξένης λέξης που πρέπει να μας ανησυχεί, όσο η αντίληψη, το πνεύμα και οι λόγοι που οδηγούν στη χρήση της. Ο μιμητι­σμός, η ξενομανία και η εύκολη λύση οδηγούν βαθμιαία στην αχρήστευση πολλών λέξεων της ελληνικής, εις βάρος της αξιοποίησης λέξεων και παραγωγικών μηχανισμών της γλώσσας μας που Οα βοηθούσαν αποτελεσματικά να δηλώνου­με έννοιες εκφραζόμενες μέσα από τις ξένες λέξεις. Βεβαίως, από του σημείου αυτού μέχρι του να θεωρούμε «έγκλημα καθοσιώσεως» τη χρήση μιας ξένης λέ­ξης ή να καταλαμβανόμαστε από οίστρο γλωσσικής ξενηλασίας, υπάρχει μεγά­λη απόσταση.
Γ. Μπαμπινιώτης

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΕΘΝΟΣ

ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΕΘΝΟΣ
Τι γίνεται με τη γλώσσα; Δεν είναι η γλώσσα το κατεξοχήν στοι­χείο που ξεχωρίζει τον ένα λαό από κάποιον άλλο, «εμάς» από «αυ­τούς», τα αληθινά ανθρώπινα όντα από τους βαρβάρους που δεν μπο­ρούν να ομιλούν μία αυθεντική γλώσσα αλλά παράγουν μόνον ακατα­νόητους θορύβους; […] Δεν διέκριναν μ' αυτό τον τρόπο οι Έλληνες τους εαυτούς τους πρωτο-εθνικά από την υπόλοιπη ανθρωπότητα, τους «βαρβάρους»; Δεν συνιστά η άγνοια της γλώσσας μιας άλλης ομάδας το πιο προφανές φράγμα στην επικοινωνία και, συνεπώς, τον πιο εμφανή καθορισμό των ορίων που διαχωρίζουν τις ομάδες;
[…]
Το ζήτημα είναι, εάν τέτοιοι γλωσσικοί φραγμοί πιστεύεται ότι διαχωρίζουν οντότητες που θα μπορούσαν να θεωρηθούν πιθανές εθνότητες ή έθνη, και όχι απλώς ομάδες που συμβαίνει να έχουν δυσκολία στο να κατανοήσουν τις λέξεις αλλήλων. Αυτό το ζήτημα μας οδηγεί στο πεδίο των ερευνών για τη φύση των καθομιλουμένων γλωσσών και τη χρήση τους ως κρι­τηρίου για τη συμμετοχή σε κάποια ομάδα. Ερευνώντας αυτά τα δύο πρέπει, και πάλι, να προσέξουμε να μην συγχέουμε τις συζητήσεις των λογίων, που τυχαίνει να είναι σχεδόν οι μοναδικές μας πηγές, με εκείνες των αμόρφωτων ανθρώπων, και να μην ερμηνεύουμε αναχρο­νιστικά το παρελθόν με βάση τις αντιλήψεις του εικοστού αιώνα.
Οι μη-λόγιες καθομιλούμενες γλώσσες είναι πάντοτε ένα σύ­μπλεγμα τοπικών παραλλαγών ή διαλέκτων που αλληλοεπικοινωνούν με κυμαινόμενους βαθμούς ευκολίας ή δυσκολίας, που εξαρτώνται από τη γεωγραφική γειτνίαση ή πρόσβαση. Μερικές, ιδιαίτερα σε ορεινές περιοχές που επιτείνουν την απομόνωση, μπορεί να είναι τό­σο ακατανόητες σαν να ανήκαν σε μια διαφορετική γλωσσική οικογέ­νεια.
[…]
Έτσι στην εποχή πριν από τη γενίκευση της πρωτοβάθμιας εκπαί­δευσης δεν υπήρχε και δεν θα μπορούσε να υπάρχει καμία ομιλούμε­νη «εθνική» γλώσσα εκτός από τέτοια λογοτεχνικά ή διοικητικά ιδιώ­ματα όπως αυτά γράφονταν, ή επινοούνταν ή διασκευάζονταν για προφορική χρήση...
[…]
Με άλλα λόγια, η πραγματική «μητρική γλώσσα», δηλαδή το ιδίωμα που έμαθαν τα παιδιά από αγράμματες μητέρες και μιλούσαν καθημερινά, βεβαίως δεν ήταν μια «εθνική γλώσσα» υπό οποιαδήποτε έννοια.
[…]
Συνεπώς οι εθνικές γλώσσες είναι σχεδόν πάντοτε κατά το ήμισυ τεχνητά κατασκευάσματα και περιστασιακά όπως η σύγχρονη εβραϊ­κή γλώσσα, κυριολεκτικά επινοημένες. Είναι το αντίθετο από αυτό που η εθνικιστική μυθολογία τις θεωρεί ότι είναι, δηλαδή οι αρχέγο­νες βάσεις του εθνικού πολιτισμού και οι μήτρες του εθνικού πνεύμα­τος. Συνήθως πρόκειται για προσπάθειες να επινοηθεί ένα τυποποιη­μένο ιδίωμα από μία πολλαπλότητα πραγματικά ομιλούμενων ιδιωμά­των, τα οποία στο εξής υποβιβάζονται σε διαλέκτους, και το κύριο πρόβλημα κατά τη δημιουργία τους είναι συνήθως, ποια διάλεκτο να επιλέξουν ως βάση της τυποποιημένης και ομοιογενοποιημένης γλώσ­σας.
… αυτή η επιλογή μπορεί να είναι αυθαίρετη (αν και τεκ­μηριωμένη με επιχειρήματα).
Μερικές φορές αυτή η επιλογή είναι πολιτική ή έχει προφανή πο­λιτική σημασία.[…]
Φυσικά σε πολλές από τις παλαιότερες λόγιες γλώσσες η ιστορία έκανε την απαιτούμενη επιλογή, όπως όταν οι διά­λεκτοι που σχετίζονταν με την περιοχή της βασιλικής διοίκησης έγι­ναν η βάση του λογίου ιδιώματος στη Γαλλία και την Αγγλία, ή όταν ο συνδυασμός της εμπορικής-ναυτικής χρήσης, το πολιτιστικό γόητρο και η μακεδονική υποστήριξη βοήθησαν την Αττική να γίνει η βάση της ελληνιστικής κοινής ή του κοινού ελληνικού ιδιώματος.
[…]
Έτσι είναι σαφές ότι, αν εξαιρέσουμε τους ηγέτες και τους εγ­γράμματους, η γλώσσα δύσκολα θα μπορούσε να είναι ένα κριτήριο εθνότητας, και ακόμα και γι' αυτούς ήταν απαραίτητο πρώτα να επι­λέξουν μια εθνική καθομιλούμενη γλώσσα (σε μια τυποποιημένη λό­για μορφή) από τις γλώσσες που διέθεταν περισσότερο γόητρο, ιερές ή κλασικές, ή και τα δύο…
Στην πραγματικότητα, η μεταφυσική ταύτιση μιας εθνότητας με κάποιο είδος πλατωνικής ιδέας της γλώσσας, που υπάρχει πέρα και πάνω απ’ όλες τις παραλλαγές και ατελείς μορφές της, χαρακτηρίζει πολύ περισσότερο την ιδεολογική κατασκευή των εθνικιστών διανοουμένων, παρά τους πραγματικούς χρήστες του ιδιώματος. Είναι μια φιλολογική και όχι μια μεταφυσική σύλληψη.
E. J. Hobsbawm, Έθνη και Εθνικισμός από το 1780 μέχρι σήμερα, εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα, 1994, σελ. 76-85

Ο Χρίστος Τσολάκης για τα αρχαία και νέα ελληνικά

Ερώτηση: Αναζωπυρώνεται πάλι η συζήτηση γύρω από το γλωσσικό μας πρόβλημα. Πολλοί πιστεύουν ότι η επαναφορά των Αρχαίων Ελληνικών στο γυμνάσιο και η διδασκαλία τους από το πρωτότυπο θα το λύσει. Ποια είναι η δική σας άποψη;

Χρίστος Τσολάκης: Έτσι νομίζουμε... αλλά, αν κοιτάξουμε προσεκτικότερα, χωρίς προκαταλήψεις, την ιστορική διάσταση αυτού του πράγματι εθνικού θέματος, θα διαπιστώσουμε ότι δε βρίσκεται εκεί, στ' Αρχαία Ελληνικά δηλαδή, η λύση του. Δεν παίρνω αρνητική θέση απέναντι στην Αρχαία Ελληνική Γραμματεία ούτε υποτιμώ τον αρχαιοελληνικό γλωσσικό θησαυρό. Πιστεύω στην αξία του και στη χρησιμότητα του. Πιστεύω ότι μπορούμε να ωφεληθούμε από τη γλώσσα των Αρχαίων και, γενικότερα, από τη γλωσσική μας παράδοση. Καλά και άγια όλα αυτά. Δε λύνουν όμως το γλωσσικό μας πρόβλημα. Αυτό, τουλάχιστον, διδάσκει η ιστορία. Αν είχε τη δυνατότητα η γλώσσα των Αρχαίων Ελλήνων να δώσει τη λύση στα σημερινά μας γλωσσικά προβλήματα, θα το είχε κάνει εδώ και εκατόν εξήντα χρόνια. Γιατί τόσα χρόνια, εκατόν εξήντα, διδάσκονταν και διδάσκονται τα Αρχαία Ελληνικά στα ελληνικά σχολεία. Κι όμως από τον προηγούμενο αιώνα κιόλας ζητούσε το έθνος γλωσσική μεταρρύθμιση. Από τότε δηλαδή που τα Αρχαία Ελληνικά διδάσκονταν 6-8 ώρες την εβδομάδα στο δημοτικό σχολείο και 8-10 ώρες την εβδομάδα στο γυμνάσιο. Το 1899 ο Υπουργός της Παιδείας Ευταξίας υπέβαλε στη Βουλή ριζοσπαστικά νομοσχέδια με στόχο την εκπαιδευτική, γενικότερα, και τη γλωσσική, ειδικότερα, μεταρρύθμιση. Έγραφε στην εισήγηση του: «Η αρχαία ελληνική γλώσσα είναι το πρώτιστον των μαθημάτων της εγκυκλίου παιδείας ημών... Και όμως πόσοι αποφοιτώντες εκ των γυμνασίων και εξ αυτού του Πανεπιστημίου δύνανται να ερμηνεύσωσι καν απταίστως και αυτούς τους πεζούς συγγραφείς της; Πόσοι δεν συναποκομίζουσι τον κόρον και την αηδίαν κατά της ελληνικής γλώσσης και των αιωνίων μνημείων αυτής;»
[…]


Ερώτηση: Και πού νομίζετε ότι βρίσκεται η λύση του προβλήματος;

Χρίστος Τσολάκης: Κατ' αρχάς, όπως σημείωσα ήδη, δε νομίζω ότι υπάρχει ιδιαίτερο πρόβλημα. Εκτός αν μιλούμε για την καλλιέργεια της μητρικής μας γλώσσας. Πράγμα αναγκαίο σε κάθε λαό, και στον ελληνικό. Αλλά εν πάση περιπτώσει, αν δεχθούμε τις Κασσάνδρες, ότι υπάρχει δηλαδή κάποιο πρόβλημα γλώσσας, αυτό θα πρέπει να το εντοπίσουμε στα άτομα και όχι στη γλώσσα.


Ερώτηση: Αυτά που λέτε σημαίνουν ότι δε δέχεστε ότι υπάρχει πρόβλημα λεξιπενίας;

Χ. Τσολάκης: Και βέβαια δεν υπάρχει. Ο γλωσσικός μας θησαυρός είναι στο ύψος του πνευματικού μας θησαυρού. Το είπε, άλλωστε, ο μεγαλύτερος γλωσσολόγος μας, ο Γ. Χατζιδάκης: «Διανοητικός και γλωσσικός πλούτος εξισούνται προς αλλήλους». Η γλώσσα μας βρίσκεται στο ύψος του πολιτισμού μας. Αν ψηλώσει ο πολιτισμός μας, θα ψηλώσει και η γλώσσα. Δεν είναι δυνατόν η γλώσσα να είναι ψηλότερη από τον πολιτισμό μας, ούτε ο πολιτισμός μας ψηλότερος από τη γλώσσα μας. Η γλώσσα είναι κοινωνικό προϊόν.
[...]

Χρίστος Τσολάκης, 1991
Χρίστος Τσολάκης από το λόγο στη συνείδηση του λόγου, Θεσσαλονίκη, 2002, Βάνιας, σ. 13-14

Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012




Και ένα τραγούδι επίκαιρο!

Τίτλος: Ερηνούλα
Στίχοι: Κώστας Τριπολίτης
Μουσική: Δήμος Μούτσης
Πρώτη εκτέλεση: Δήμος Μούτσης

Θα σου πάρω βιολιά και ένα ντέφι γλυκό να σου παίζουν
Ερηνούλα μου, Ερηνούλα μου

Mεταξύ μας όπως βλέπεις τα περιθώρια στενεύουν
Ερηνούλα μου, Ερηνούλα μου

Τις καμμένες πόλεις, τα νεκρά παιδιά θυμάμαι και το αίμα
Ερηνούλα μου, Ερηνούλα μου

και η δικιά μου η ζωή, δίχως νόημα δίχως φωνή και μ' άδειο βλέμμα
Ερηνούλα μου, Ερηνούλα μου

Πέφτει σύρμα, πέφτει σύρμα και οι μισθοφόροι που σε κυβερνούν

πέφτει σύρμα, πέφτει σύρμα, οι ίδιοι αύριο θα σε δικάζουν

και "Χαίρε, Καίσαρα μελλοθάνατε" θα σου πουν

αυτά που λες, "et preterea censeo Carthago delenda est"

Με τρομάζεις σαν των γηπέδων τις φωνές και τις σημαίες
Ερηνούλα μου, Ερηνούλα μου

φοβισμένος σε κοιτάζω διπλωμένες κρατώντας τις κεραίες
Αχ Ερηνούλα μου, Ερηνούλα μου

Πέφτει σύρμα, πέφτει σύρμα και οι μισθοφόροι που σε κυβερνούν

πέφτει σύρμα, πέφτει σύρμα, οι ίδιοι αύριο θα σε δικάζουν

και "Χαίρε, Καίσαρα μελλοθάνατε" θα σου πουν

αυτά που λες, "et preterea censeo Carthago delenda est"

Ξεκινάς να με βρεις κι όλο πέφτεις θαρρείς σ'ένα τοίχο
Ερηνούλα μου, Ερηνούλα μου

και ερωτεύεσαι εκεί δίχως χρώμα, δίχως οσμή και δίχως μύθο
Αχ Ερηνούλα μου, Ερηνούλα μου

Πέφτει σύρμα, πέφτει σύρμα και οι μισθοφόροι που σε κυβερνούν

πέφτει σύρμα, πέφτει σύρμα, οι ίδιοι αύριο θα σε δικάζουν

και "Χαίρε, Καίσαρα μελλοθάνατε" θα σου πουν

αυτά που λες, "et preterea censeo Carthago delenda est"

Αλλά εγώ Θα σου πάρω βιολιά και ένα ντέφι γλυκό να σου παίζουν
Ερηνούλα μου, Ερηνούλα μου...
Οι μέρες των καταλήψεων μου θύμισαν την ταινία του Λοράν Καντέ με τον τίτλο "Ανάμεσα στους τοίχους", που είχα δει λίγα χρόνια πριν. Σχέσεις καθηγητών και μαθητών που δοκιμάζονται, συζητήσεις για το αν και πόσο μπορούμε να αλλάξουμε τους εαυτούς μας, να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα και τα αδιέξοδα που μας ξεπερνούν απασχολούν παντού και πάντα τη σχολική κοινότητα.  Όσοι δεν την έχετε παρακολουθήσει σας την προτείνω. Είναι μια αρχή...









Ρ. Κενώ, ("Ασκήσεις Ύφους'') (απόσπασμα)

Έκπληκτο

Τί στριμωγμένοι που ήμασταν σε κείνη την πλατφόρμα του λεωφορείου! Και τί γελοίος κι ανόητος που έδειχνε εκείνος ο νεαρός! (...)


Λεξιπλαστικό

Λεωφοροταξίδευα πλατφορμοστριμωγμένος σ' ένα φορμαϊκομεσημβρινό χωρόχρονο κι ήμουν δίπλα σ' ένα μυξιάρη μακρυλαίμη πιλοκορδονοφόρο. (...)


Ομοιοτέλευτο

Ένα μεσημέρι,
μές στο καλοκαίρι, μπήκα στο S για να με μεταφέρει στου Σαμπερέ τα μέρη. (...) [Το γαλλικό λέει: Un jour de canicule sur un véhicule où je circule (...)]


Επίσημος αναφορά

Ἔχομεν τὴν τιμὴν νὰ θέσωμεν ὑπὄψιν ἡμῶν τὰ κάτωθι συμβάντα, ὧν ὑπήρξαμεν ἀμερόληπτοι, ἅμα δὲ καὶ ἔντρομοι μάρτυρες. (...)


Άγνοια

Δεν έχω ιδέα τί ζητάν από μένα.
Ναί, πήρα το S γύρω στο μεσημέρι. Αν είχε κόσμο; Σίγουρα είχε κόσμο, τέτοια ώρα. Αν είδα ένα νεαρό με μαλακό καπέλο; Δεν αποκλείεται. (...)


Δεκαπεντασύλλαβο

Μια μέρα βρέθηκα κι εγώ στο S το λεωφορείο
κι αμέσως παρατήρησα ένα νεαρό γελοίο. (...)


Εγώ να 'ούμ'

Εγώ να '
ούμ', ξέρ'τε τί λέω; Πως να έχεις πλάι σου κάποιον να σε ξενυχιάζει κάθε τρεις και λίγο, σου τη δίνει αδελφάκι μου. Να διαμαρτυρηθείς, δέ λέω. Αλλά να πά να κάτσεις ύστερα με την ουρά στα σκέλια, εγώ να 'ούμ' αυτό δεν το πιάνω. (...)


Στομφώδες

Την ώρα που αρχίζουν ν'
αχνοκινούνται τα ρόδινα δάχτυλα της αυγής, ανέβηκα σά βέλος γοργόφτερο σ' ένα λεωφορείο με θωριά γιγάντια κι αγελαδίσια μάτια της γραμμής S με το ελικοειδές δρομολόγιο. (...)


Μάγκικο

Ντάν μεσημέρι καβαλάω το ές. Σκάω τα λεφτά ως είναι φυσικόν και προχωράω στα παραμέσα. Νά σου που λες κι ο δικός σου, ένας φιόγκος μ' ένα σβέρκο σά τηλεσκόπιο κι ένα σπάγκο στην καπελαδούρα. (...)